Δευτέρα 13 Απριλίου 2020

Ελύτης: Το Άξιον Εστί (β' Λυκείου- με σημειώσεις (από το μάθημα στο webex, καραντίνα2020) και ασκήσεις)




Οδυσσέας Ελύτης: ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ[S1]
Το Άξιον Εστί είναι μια ποιητική σύνθεση που γράφτηκε από τον Οδυσσέα Ελύτη και κυκλοφόρησε το 1959. Εν πολλοίς ήταν αυτό που χάρισε στον δημιουργό του το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1979, κάνοντάς τον έτσι τον 2ο Έλληνα που τιμήθηκε με το ανώτερο βραβείο της παγκόσμιας Λογοτεχνίας.

(Η λιθογραφία στο εξώφυλλο είναι έργο του Γιάννη Μόραλη)



Ο Οδυσσέας Ελύτης εξηγεί σε μια συνέντευξη του πώς έγραψε το «Άξιον Εστί»:

 «Όσο κι αν μπορεί να φανεί παράξενο, την αρχική αφορμή να γράψω το ποίημα μου την έδωσε η διαμονή μου στην Ευρώπη τα χρόνια του ’48 με ’51. Ήταν τα φοβερά χρόνια όπου όλα τα δεινά μαζί – πόλεμος, κατοχή, κίνημα, εμφύλιος – δεν είχανε αφήσει πέτρα πάνω στη πέτρα. Θυμάμαι την μέρα που κατέβαινα να μπω στο αεροπλάνο, ένα τσούρμο παιδιά που παίζανε σε ένα ανοιχτό οικόπεδο. Το αυτοκίνητό μας αναγκάστηκε να σταματήσει για μια στιγμή και βάλθηκα να τα παρατηρώ. Ήτανε κυριολεκτικά μες τα κουρέλια. Χλωμά, βρώμικα, σκελετωμένα με γόνατα παραμορφωμένα, με ρουφηγμένα πρόσωπα. Τριγυρίζανε μέσα στις τσουκνίδες του οικοπέδου ανάμεσα σε τρύπιες λεκάνες και σωρούς σκουπιδιών. Αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που έπαιρνα από την Ελλάδα. Και αυτή, σκεπτόμουνα, ήταν η μοίρα του Γένους που ακολούθησε το δρόμο της Αρετής και πάλαιψε αιώνες για να υπάρξει. Πριν περάσουν 24 ώρες περιδιάβαζα στο Ουσί της Λωζάννης, στο μικρό δάσος πλάι στη λίμνη. Και ξαφνικά άκουσα καλπασμούς και χαρούμενες φωνές. Ήταν τα Ελβετόπαιδα που έβγαιναν να κάνουν την καθημερινή τους ιππασία. Αυτά που από πέντε γενεές και πλέον, δεν ήξεραν τι θα πει αγώνας, πείνα, θυσία. Ροδοκόκκινα, γελαστά, ντυμένα σαν πριγκηπόπουλα, με συνοδούς που φορούσαν στολές με χρυσά κουμπιά, περάσανε από μπροστά μου και μ’ άφησαν σε μια κατάσταση που ξεπερνούσε την αγανάκτηση.

«Συντριβή μπροστά στην αδικία»
Ήτανε δέος μπροστά στην τρομακτική αντίθεση, συντριβή μπροστά στην τόση αδικία, μια διάθεση να κλάψεις και να προσευχηθείς περισσότερο, παρά να διαμαρτυρηθείς και να φωνάξεις. Ήτανε η δεύτερη φορά στη ζωή μου – η πρώτη ήτανε στην Αλβανία – που έβγαινα από το άτομό μου, και αισθανόμουν όχι απλά και μόνο αλληλέγγυος, αλλά ταυτισμένος κυριολεκτικά με τη φυλή μου. Και το σύμπλεγμα κατωτερότητας που ένιωθα, μεγάλωσε φτάνοντας στο Παρίσι. Δεν είχε περάσει πολύς καιρός από το τέλος του πολέμου και τα πράγματα ήταν ακόμη μουδιασμένα. Όμως τι πλούτος και τι καλοπέραση μπροστά σε μας! Και τι μετρημένα δεινά επιτέλους μπροστά στα ατελείωτα τα δικά μας! Δυσαρεστημένοι ακόμα οι Γάλλοι που δεν μπορούσαν να ‘χουν κάθε μέρα το μπιφτέκι και το φρέσκο τους βούτυρο, δυσανασχετούσανε. Υπάλληλοι, σωφέρ, γκαρσόνια, με κοιτάζανε βλοσυρά και μου λέγανε: εμείς περάσαμε πόλεμο Κύριε! Κι όταν καμιά φορά τολμούσα να ψιθυρίσω ότι ήμουν Έλληνας κι ότι περάσαμε κι εμείς πόλεμο με κοιτάζανε παράξενα: α, κι εσείς έ; Καταλάβαινα ότι ήμασταν αγνοημένοι από παντού και τοποθετημένοι στην άκρη-άκρη ενός χάρτη απίθανου. Το σύμπλεγμα κατωτερότητας και η δεητική διάθεση με κυρίευαν πάλι. Ξυπνημένες μέσα παλαιές ενστικτώδεις διαθέσεις άρχισαν να αναδεύονται και να ξεκαθαρίζουν.

«Διαμαρτυρία για τ’ άδικο»
Η παραμονή μου στην Ευρώπη με έκανε να βλέπω πιο καθαρά το δράμα του τόπου μας. Εκεί αναπηδούσε πιο ανάγλυφο το άδικο που κατάτρεχε τον ποιητή. Σιγά-σιγά αυτά τα δύο ταυτίστηκαν μέσα μου. Το επαναλαμβάνω, μπορεί να φαίνεται παράξενο, αλλά έβλεπα καθαρά ότι η μοίρα της Ελλάδας ανάμεσα στα άλλα έθνη ήταν ότι και η μοίρα του ποιητή ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους – και βέβαια εννοώ τους ανθρώπους του χρήματος και της εξουσίας. Αυτό ήταν ο πρώτος σπινθήρας, ήταν το πρώτο εύρημα. Και η ανάγκη που ένιωθα για μια δέηση, μου ‘δωσε ένα δεύτερο εύρημα. Να δώσω, δηλαδή, σ’ αυτή τη διαμαρτυρία μου για το άδικο τη μορφή μιας εκκλησιαστικής λειτουργίας. Κι έτσι γεννήθηκε το «Άξιον Εστί».

Ø  Περισσότερα για τη συνάντηση Θεοδωράκη-Ελύτη,  την εποχή για τη μελοποίηση του έργου, τη δημιουργία του ορατόριου, την επιλογή των συνεργατών, την ηχογράφηση και την πρεμιέρα της παράστασης, εδώ

Ø  Στην ιστοσελίδα Πολιτιστικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας (ΠΟΘΕΓ), μπορείτε να βρείτε όλο το έργο
Το Άξιον εστί  Οδ. Ελύτης, «Το Άξιον εστί» [πηγή: Πολιτιστικός Θησαυρός της Ελληνικής Γλώσσας][S2] 
(Τα πάθη, άσμα η[S3] ')
ΤΟ ΑΣΜΑ αυτό ακολουθεί μετά το Ανάγνωσμα Τέταρτο «Το οικόπεδο με τις Τσουκνίδες», που αναφέρεται στην Κατοχή και τα μπλόκα που έκαναν οι Γερμανοί στις συνοικίες της Αθήνας. Στις επιχειρήσεις τους αυτές χρησιμοποιούσαν προσωπιδοφόρους, που υποδείκνυαν τους αγωνιστές. Το άσμα έχει συντεθεί με βάση το γνωστό εγκώμιο «Αι γενεαί πάσαι». Το κάθε δίστιχο του έχει το ίδιο μέτρο και τον ίδιο αριθμό συλλαβών με το παραπάνω εγκώμιο. Για την κατανόηση του ποιήματος θα σας βοηθήσει πολύ το παρακάτω απόσπασμα από το βιβλίο του Τάσου Λιγνάδη Το Άξιον εστί του Ελύτη: «Περιεχόμενο του άσματος είναι η σκοτεινή νύχτα της δουλείας, η μαύρη περίοδος της Κατοχής. Στο φοβερό χειμώνα του 41-42 ο ποιητής, γεμάτος δάκρυα, βλέπει τις ερημωμένες κοιλάδες και σκέπτεται ότι ως και τα δέντρα θα ατιμασθούν, εφόσον θα γίνουν αγχόνες. Καμμία πνοή χαράς. Στις ερημωμένες πολιτείες, που έχουν γίνει πύλες του Άδη, αναπέμπει τη διαμαρτυρία του. Παντού ο θάνατος, σύννεφο της γης που σκοτεινιάζει τον ήλιο. Οι μαυροφορεμένες γυναίκες, αντί νερό τραβούν μέσ' από τα πηγάδια τα πτώματα των αδικοσκοτωμένων.Η αγανάκτηση τον καίει πιο πολύ από φωτιά, όταν βλέπει τα καμιόνια του στρατού της Κατοχής να φορτώνουν τον επιούσιο άρτο, το λιγοστό σιτάρι, για να το πάνε στη Γερμανία. Μέσα στις έρημες πολιτείες μόνη ζωντανή παρουσία οι επιγραφές στους τοίχους. Σκοτάδι παντού, στη φύση, στην πολιτεία, στην ψυχή του ανθρώπου. Καμιά πόρτα δεν ανοίγει να δώσει κάποιο φως στοργής. Η ιστορική πείρα (μνήμη) τον κάνει να σκέπτεται ότι έρχονται ημέρες μαύρες για τον τόπο. Κάθε υπόλειμμα ζωής είναι τόσο φρικιαστικό, ώστε δηλητηριάζει ακόμα και τις ψυχές των τεράτων».
Η Κατοχή [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]   Πείνα (πηγές) [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού]  Μπλόκο (πηγές) [πηγή: Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού][S4] 

ΓΥΡΙΣΑ τα μάτια
δάκρυα γιομάτα
κατά το παραθύρι
Και κοιτώντας έξω
*
καταχιονισμένα 
τα δέντρα των κοιλάδων[S6] 
Αδελφοί μου, είπα
*
ως κι αυτά μια μέρα
κι αυτά θα τ' ατιμάσουν
Προσωπιδοφόροι
*
ετοιμάζουν



Δάγκωσα τη μέρα[S8] 
*
και δεν έσταξε ούτε
Φώναξα στις πύλες
*
κι η φωνή μου πήρε
τη θλίψη των φονιάδων[S10] 
Μες στης γης το κέντρο
*
φάνηκε ο πυρήνας*
που όλο σκοτεινιάζει
Κι η αχτίδα του ήλιου
*
γίνηκεν, ιδέστε



Ω πικρές γυναίκες
*
με το μαύρο ρούχο
παρθένες και μητέρες[S12] 
Που σιμά στη βρύση
*
δίνατε να πιούνε
στ' αηδόνια των αγγέλων[S13] 
Έλαχε να δώσει
*
και σε σας ο Χάρος
τη φούχτα του γεμάτη
Μέσ' απ' τα πηγάδια[S14] 
*
τις κραυγές τραβάτε
αδικοσκοτωμένων



*
που πένεται* ο λαός μου
Του Θεού το στάρι
*
στα ψηλά καμιόνια
το φόρτωσαν και πάει[S15] 
Μες την έρμη κι άδεια
*
πολιτεία μένει
το χέρι που μονάχα
Με μπογιά θα γράψει
*
στους μεγάλους τοίχους[S16] 
ΨΩΜΙ ΚΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ



Φύσηξεν η νύχτα[S17] 
*
σβήσανε τα σπίτια
κι είναι αργά στην ψυχή μου
Δεν ακούει κανένας
*
όπου κι αν χτυπήσω
η μνήμη με σκοτώνει
Αδελφοί μου, λέει
*
μαύρες ώρες φτάνουν
ο καιρός θα δείξει
Των ανθρώπων έχουν
*
οι χαρές μιάνει
τα σπλάχνα των τεράτων[S18] 



Γύρισα τα μάτια
*
δάκρυα γιομάτα
κατά το παραθύρι
Φώναξα στις πύλες
*
κι η φωνή μου πήρε
τη θλίψη των φονιάδων
  Μες στης γης το κέντρο
*
φάνηκε ο πυρήνας
που όλο σκοτεινιάζει
Κι η αχτίδα του ήλιου
*
γίνηκεν, ιδέστε
ο μίτος του Θανάτου!

ο πυρήνας: της γης. Ως εκεί φτάνει το πένθος. μίτος: το νήμα (που έδωσε η Αριάδνη στο Θησέα, για να ξαναβγεί από το λαβύρινθο). ο μίτος του θανάτου: το νήμα που οδηγεί στο θάνατο. πένεται: εδώ: πεινάει, λιμοκτονεί.
στρ.1. μες στον άλλον αιώνα: στη σκοτεινή περίοδο που θ' ακολουθήσει.
στρ. 2. σταγόνα πράσινο αίμα: η μεταφορά από τη βλάστηση. Ο ποιητής εννοεί ότι η ίδια η μέρα έχει νεκρωθεί. στις πύλες: των πόλεων.   στρ. 4. τόσο δεν αγγίζουν η φωτιά με το άχτι: δεν παραβάλλονται. Η αγανάκτηση (το άχτι) για την πείνα του λαού είναι πιο μεγάλη κι από τη φωτιά.
ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ
Πριν απαντήσετε στις ερωτήσεις να διαβάσετε το Ανάγνωσμα Τέταρτο[S19] , που θα σας βοηθήσει περισσότερο στην κατανόηση του ποιήματος.
  1. Ο Ελύτης στο Άξιον εστί μιλάει συχνά ως εθνικός ποιητής [S20] ποιητής-προφήτης, όπως τον χαρακτήρισαν πολλοί). Να τεκμηριώσετε την παραπάνω άποψη με στίχους και εκφράσεις του ποιήματος.
  2. Ποιο είναι το γενικότερο κλίμα της κατοχής που δίνουν οι στροφές 2, 3, 4 και πώς εκφράζεται;
Της πατρίδας μου πάλι ομοιώθηκα. Οδυσσέας Ελύτης, 1979 (βίντεο) [πηγή: Ψηφιακό Αρχείο της ΕΡΤ]
Ερμηνευτικό σχόλιο

Ο ποιητής θέλησε να γράψει μια διαμαρτυρία για το άδικο [S21] με τη μορφή μιας δέησης[S22] . Πώς επιτυγχάνεται αυτό στο συγκεκριμένο απόσπασμα;  Να γράψετε το σχόλιό σας με αναφορές στο κείμενο.

Συγκρίνετε επίσης:

Αι /γε/νε/αί/ πά/σαι/, ύ/μνον/ τη/ Τα/φή/ Σου,
Γύ/ ρι/σα/  τα /μά/τια/ δά/κρυ/α  γιο/μά/τα[S23] 

Προ/σφέ/ρου/σι/ Χρι/στέ/ μου.
Κα/τά/το/ πα/ρα/θύ/ρι[S24] 

Καθελών του ξύλου, ο Αριμαθείας,
(μπορείτε να συνεχίσετε..)
 εν τάφω Σε κηδεύει.

Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον,

πού έδυ σου το κάλλος;

Και για να ακούσετε την γ' στάση των εγκωμίων, εκτός της εκκλησίας, σε μια πολύ ευαίσθητη εκτέλεση, εδώ (Γλυκερία και Συγκρότημα Παραδοσιακής Μουσικής και η Συμφωνική Ορχήστρα Δήμου Θεσσαλονίκης σε Καλλιτεχνική διεύθυνση του Πάρη Γκούνα, στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης τον Απρίλιοτπυ 2005)



 [S1]Παραπέμπει στη β’ στάση των εγκωμίων της Μ. Παρασκευής

 [S2]Γένεσις (Π.Διαθήκη) – του κόσμου του ποιητικού υποκειμένου
Πάθη (Κ.Διαθήκη- του Χριστού) – εμπειρίες από πρόσφατο ιστορικό παρελθόν, αναμέτρηση με το κακό και με θετικές εμπειρίες, σπάνιες στιγμές προσπαθεί να εξορκίσει το κακό.
Το Δοξαστικόν (ιερά λειτουργία) – κατανομάζει όλα τα πράγματα που έχουν αξία για τον ποιητή (μαγική ισχύ)
3 μέρη του έργου

 [S3]3 ενότητες, εναλλάσσονται με μαθηματική τάξη. Κάθε ενότητα: 6 ψαλμοί, 4 άσματα, 2 αναγνώσματα

 [S4]Αν πατήσετε πάνω στις εικόνες θα σας ανακατευθύνει στους υπερσυνδέσμους

 [S5]Το σημαδάκι αυτό λέγεται ρόδακας και ο ρόλος του δεν είναι διακοσμητικός, δίνει τη δυνατότητα και της κάθετης ανάγνωσης (γύρισα τα μάτια κατά το παραθύρι και κοιτώντας έξω κ.ο.κ.

 [S6]Γκρι: αναφορά σε κατοχή- ο χειμώνας του 41-42  ιδιαίτερα δριμύς

 [S7]Μπλόκο, καταδότες, χαφιέδες

 [S8]Υπερρεαλιστική εικόνα

 [S9]Απόλυτη απουσία ζωτικότητας και ελπίδας

 [S10]Εδώ χρειάζεται να σχολιάσουμε μαζί, την επόμενη φορά

 [S11]Ο ερχομός μιας νέας μέρας έπαψε να γεννά αισιοδοξία

 [S12]Γυναίκες που μοιρολογούν/ παραλληλισμός με Παναγία

 [S13]Τα παιδια

 [S14]Οι Γερμανοί ρίχναν νεκρούς σε πηγάδια

 [S15]Επίταξη προμηθειών για Γερμανία - πείνα

 [S16]Συνθήματα αντίστασης στους τοίχους

 [S17]Στην κατοχή απαγόρευση φωτισμού

 [S18]Επίσης προς συζήτηση, θα το συζητήσουμε την άλλη φορά

 [S19]Αναφορά σε μπλόκο/ άνθρωποι με άχυρο στα μαλλιά= Γερμανοί στρατιώτες, άνθρωπος με σβησμένο πρόσωπο= καταδότης, γυναίκες που πενθούν, μεγάλος ξένος= αξιωματικός –
Το ύφος θυμίζει Μακρυγιάννη και ευαγγελικές περικοπές

 [S20]Ποιητής προφήτης- α’ ενικό, αναφορά στο μέλλον, σοβαρός τόνος
-        Προσπαθήστε να εντοπίσετε τα στοιχεία αυτά στο κείμενο

 [S21]Θυμηθείτε την προσωπική μαρτυρία του ποιητή για το πώς γράφηκε το Άξιον Εστί- χρησιμοποιήστε τα σημεία του κειμένου που γίνεται αναφορά στις συνθήκες της κατοχής.

 [S22]Δέηση- παράκληση- σοβαρός, ελεγειακός, θρησκευτικός τόνος – προφητεία.  Χρησιμοποιήστε τα σημεία του κειμένου (του τίτλου του έργου κλπ) που δείχνουν αυτή την χρήση θρησκευτικών και προφητικών στοιχείων.

 [S23]Μονοί στ. 12συλλ, τροχαϊκό μέτρο (εναλλαγή τονισμένης- άτονης συλλαβής)

 [S24]Ζυγοί στίχοι: 7 σύλλαβοι, ιαμβικό μέτρο (εναλλαγή άτονης- τονισμένης συλλαβής)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου